Σε ποιους ανθρώπους «χρωστάμε» τις μετεωρολογικές προβλέψεις - Πως έγινε πράξη ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα

2


Με τους μετεωρολόγους σήμερα να πληθαίνουν και τα δελτία καιρού να θεωρούνται δεδομένα για κάθε άνθρωπο στις αναπτυγμένες κοινωνίες, καταφέραμε να θεωρούμε τις καιρικές προγνώσεις ως κάτι εύκολο και «καθημερινό», κάτι απαραίτητο για τη καθημερινότητα μας. Δελτία καιρού βρίσκονται πλέον παντού γύρω μας, είτε σε μορφή αναλυτικής πρόγνωσης, είτε σε σύντομη επιγραμματική πρόγνωση για τους «βιαστικούς» δέκτες, ενώ για όσους θέλουν να δουν και κάτι παραπάνω, τα μετεωρολογικά μοντέλα είναι στη διάθεσή τους εντελώς δωρεάν και με ελεύθερη πρόγνωση, με μόνη προϋπόθεση τη βασική γνώση μετεωρολογικών όρων.

Η ιστορία της μετεωρολογίας, όπως έχουμε ήδη αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο (δείτε το εδώ), μας πηγαίνει πολύ πίσω. Ήδη από τα αρχαία χρόνια ο άνθρωπος ενδιαφερόταν για τον καιρό, με ανησυχίες για τη περιουσία αλλά και τη ζωή του. Όλα αυτά όμως που γίνονται σήμερα δεν έπαυαν να μοιάζουν με ένα όνειρο. Κανένας δεν θα μπορούσε να φανταστεί πως κάποιος θα κατάφερνε να προβλέπει τον καιρό μέσω της τεχνολογίας τη στιγμή που η επιστήμη της μετεωρολογίας κατά τα αρχαία χρόνια συνδεόταν με τους θεούς και αργότερα με τα μερομήνια τη θέση του φεγγαριού κ.ο.κ..

Τα πράγματα όμως άλλαξαν, όταν το 1831, συστάθηκε η πρώτη επιτροπή συλλογής μετεωρολογικών δεδομένων στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Παρά τη σύσταση αυτής της επιτροπής όμως (που ομολογουμένως ήταν ένα τεράστιο βήμα στην επιστήμη της μετεωρολογίας), όλοι οι χάρτες που εκδίδονταν δημιουργούνταν εκ των υστέρων, δηλαδή μετά την ημερομηνία στην οποία αναφέρονταν.

Την έντονη δυσφορία του για την έλλειψη προόδου στην μετεωρολογία όμως, ήρθε να την εκφράσει κατά τα μέσα της δεκαετίας τους 1840 ο νέος γενικός γραμματέας του Ινστιτούτου Σμιθσονιάν, ο οποίος μάλιστα προσπάθησε να στήσει ένα πρόγραμμα το οποίο θα έδινε μια ανακουφιστική λύση στο πρόβλημα των αμερικανικών καταιγίδων. Κάτι τέτοιο δεν μπόρεσε να γίνει ποτέ εφικτό.

 Δεν άργησε όμως να έρθει η επανάσταση. Στα τέλη του 19ου και αρχές του 20 αιώνα, ένας πατέρας με τον γιο του βάζουν στόχο να τα αλλάξουν όλα. Ο λόγος για τον Νορβηγό γεωφυσικό Vilhelm Bjerknes και τον Jacob Bjerknes που αφιέρωσαν τη ζωή τους στη προσπάθεια να βρουν το τρόπο που λειτουργεί η γήινη ατμόσφαιρα. Φυσικά, η γνώση της ατμοσφαιρικής λειτουργίας θα σήμαινε και γνώση μετεωρολογίας και θα άλλαζε ολόκληρη τη κατάσταση σε αυτή που ξέρουμε εμείς σήμερα.

Είναι απίστευτο το γεγονός πως ο γιός του Vilhelm, Jacob, γεννήθηκε την ίδια χρονιά (1897) με το τελικό θεώρημα του πατέρα του σχετικά με τις βάσεις πρόγνωσης του καιρού. Το αντικείμενο του θεωρήματος σχετιζόταν με τη κίνηση μιας δίνης σε ένα μη ομοιογενές υγρό, όπως οι αέριες μάζες που αλληλεπιδρούν με την ατμόσφαιρα. 

Ο Vilhelm, έχοντας πλέον απόλυτη εμπιστοσύνη στον εαυτό του αλλά και στους υπολογισμούς του, ήταν σίγουρος πως πλέον θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα σύστημα πρόγνωσης καιρού. Κάτι που θα έφερνε την επανάσταση στο κόσμο της μετεωρολογίας και όχι μόνο. Εφαρμόζοντας το θεώρημα του όχι μόνο στις κινήσεις της ατμόσφαιρας αλλά και της θάλασσας, το σύστημα αυτό θα μετέτρεπε τη μεταφυσική πρόγνωση του καιρού σε ένα απλό μαθηματικό πρόβλημα. Σαν να υπολογίζεις δηλαδή τη τριβή ή τη βαρύτητα. Όπως λέει και ο ίδιος σε συνέντευξή του (1902), αυτό αποτέλεσε πλέον τον μόνο στόχο στη δουλειά και τη ζωή του. «Ο σκοπός είναι να προβλέψεις τη δυναμική και φυσική κατάσταση της ατμόσφαιρας σε μια μετέπειτα στιγμή, αν σε οποιαδήποτε προηγούμενη φάση αυτές οι συνθήκες είναι γνωστές.»

Το επόμενο βήμα για τον Vilhelm γίνεται το 1913, όπου αναλαμβάνει τη θέση του διευθυντή του νέου Γεωφυσικού Ινστιτούτου του Γερμανικού Πανεπιστημίου της Λειψίας, στο οποίο βρίσκονταν μερικά από τα μεγαλύτερα μυαλά του κόσμου. Ένας από τους μαθητές του μάλιστα ήταν και ο Vagn Walfrid Ekman ο οποίος σε λίγα χρόνια θα γινόταν γνωστός για την ομώνυμη θεωρία του σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους ο αέρας επηρεάζει τη κίνηση των θαλάσσιων ρευμάτων.

Λίγους μήνες αργότερα, ένα μεγάλο εμπόδιο θα μπει μπροστά στα σχέδια του Vilhelm ο οποίος μάλιστα έχει βάλει μόλις τον γιο του, Jacob, στο πανεπιστήμιο. Το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου πολέμου το 1914 θα τον εμποδίσει στην πρόοδο του και θα αφήσει το πανεπιστήμιο που διευθύνει χωρίς φοιτητές. Η συγκεκριμένη περίοδος ήταν ιδιαίτερη για εκείνον, αφού είχε ξεκινήσει εδώ και λίγους μήνες την αποστολή καθημερινών μετεωρολογικών χαρτών στις ΗΠΑ, κάτι το οποίο θα πάψει να γίνεται όσο δεν στέλνονται πλέον οι χάρτες εξαιτίας του πολέμου στην Ευρώπη. Η αγωνία του και η θλίψη του για τον πόλεμο θα φανεί και σε επιστολή του στο ίδρυμα Κάρνεγκι (βασικός χρηματοδότης των ιδεών του), γράφοντας πως «Ελπίζω ότι ο πιο αχρείαστος και απάνθρωπος πόλεμος απ' όλους τους πολέμους δεν θα διαταράξει τη δουλειά που επιτελώ.»

  Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ένα γεγονός (1916) οδήγησε τον Vilhelm σε μια υπέροχη συνεργασία με τον γιο του.  Αντικείμενο της συνεργασίας ήταν οι «γραμμές σύγκλισης», οι διακριτές αέριες μάζες δηλαδή που κινούνταν στην ατμόσφαιρα. Ο μικρός Jacob καταφέρνει πλέον να κάνει την πρώτη του επιστημονική δημοσίευση στην οποία θα παρουσιάζει πως οι γραμμές αέρα μπορεί να έχουν μήκος χιλιάδες χιλιόμετρα, τείνουν να κινούνται ανατολικά και ενδέχεται να έχουν σχέση με τα νέφη και τις βροχοπτώσεις.

Τα προβλήματα για τον Νορβηγό επιστήμονα όμως δεν σταματούν εδώ αφού οι Bjerknes αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη Γερμανία και να γυρίσουν πίσω στα πάτρια εδάφη το 1917. Λυπημένος μάλιστα στο ημερολόγιό του γράφει: «Είμαι και πάλι πίσω στη Νορβηγία, όχι για καλοκαιρινό ταξίδι αλλά για πάντα.» Η ζωή ωστόσο του φέρεται καλά για ακόμα μια φορά με τον Vilhelm να αναλαμβάνει αμέσως ακαδημαϊκή θέση στο Γεωφυσικό Ινστιτούτο της Νορβηγίας. Εκεί θα αναπτύξει και μια σχολή μετεωρολογικής ανάλυσης.

Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα και με εργαστήριο τις ακτές της Νορβηγίας, οι Vilhelm και Jacob Bjerknes πείθουν τη κυβέρνηση να εγκαταστήσει δέκα φορές περισσότερους μετεωρολογικούς σταθμούς στις νότιες ακτές σε σχέση με αυτούς που είχαν εγκατασταθεί το τελευταίο καιρό και έτσι, πολύ γρήγορα γίνονται οι πρώτοι μετεωρολόγοι στον κόσμο με την έννοια που ξέρουμε σήμερα.

Ο χειμώνας του 1916 - 1917 θα έρθει για να αλλάξει τη γνώμη του Vilhelm για τις συνέπειες του πολέμου πάνω στη δουλειά του, αφού ξαφνικά γίνεται ένας μεγάλος σύμμαχός του. Αιτία; Οι σκληρές καιρικές συνθήκες δημιουργούν μεγάλο πρόβλημα στον Νορβηγικό στρατό και στις προμήθειες και πλέον η μετεωρολογική πρόγνωση γίνεται κρατική ανάγκη.

Μια χρονιά αργότερα (Φθινόπωρο, 1918), ο γιός του, Jacob, καταφέρνει να εμπλουτίσει τη θεωρία του για τα αέρια ρεύματα, ανακαλύπτοντας πως οι γραμμές αέρα συνδέονταν με το φαινόμενο των κυκλώνων, που δεν ήταν παρά μεγάλες μάζες αέρα που κινούνταν κυκλικά γύρω από χαμηλές ατμοσφαιρικές πιέσεις.


Ο Jacob με κόπο καταφέρνει να δημοσιεύσει τις παρατηρήσεις του το 1919 και χωρίς να το ξέρει έχει μόλις αναγνωρίσει ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά μετεωρολογικών χαρτών και γενικότερα της πρόγνωσης του καιρού. Έχει επίσης βρει ένα «μέτωπο», έναν από τους κυριότερους μετεωρολογικούς όρους (θερμό μέτωπο, ψυχρό μέτωπο κ.λ.π.). Τότε είναι που θα ξεκινήσουν όλοι οι φοιτητές της σχολής να ετοιμάζουν χάρτες με «μέτωπα», χάρτες που σήμερα βλέπουμε πλέον αδιάφοροι χωρίς να σκεφτόμαστε την διαδικασία προετοιμασίας τους.

Σιγά σιγά ο Jacob εξακολουθεί να ανακαλύπτει διάφορα πράγματα, μέχρι που ο Tor Bergeron (μαθητής της σχολής), προτείνει να προκαθοριστούν τα σύμβολα  για τα διαφορετικά είδη των μετώπων, κάτι το οποίο θα γίνει αρκετά χρόνια αργότερα για ολόκληρο το κόσμο.

Μέχρι και το τέλος του πολέμου ο Vilhlem έχει καταφέρει να προσδιορίσει κάτι σημαντικό. Έχει καταφέρει να προβλέψει καταιγίδες, προς τα που θα κινηθούν και το σημαντικότερο, αν θα κοπάσει ή θα ενταθεί το φαινόμενο. Οι δύο λαμπροί επιστήμονες όμως δεν σταμάτησαν εδώ. Με τη δημιουργία του γνωστού «Νορβηγικού προτύπου Κυκλώνων», καταφέρνουν να απαλλάξουν τη μετεωρολογία από κάθε υποκειμενικότητα και να την κάνουν επιτέλους επιστήμη.

Τη δεκαετία του 1920, ο Vilhelm τραβάει διαφορετικούς επαγγελματικούς δρόμους με τον γιο του Jacob, με τον πρώτο να λαμβάνει ακαδημαϊκή θέση στο πανεπιστήμιο του Όσλο όπου θα παραμείνει μέχρι και το τέλος της ενεργούς δράσης τους το 1932 και τον δεύτερο να εγκαταλείπει το Γραφείο Κοινωνικών Προγνώσεων βαδίζοντας στα χνάρια του πατέρα του και διδάσκοντας μετεωρολογία στη σχολή του.

Η ανάπτυξη του ραδιοφώνου είχε πλέον έρθει να αλλάξει τη κατάσταση στο κόσμο της μετεωρολογίας με 90 μετεωρολόγους και σταθμούς στις 35 Αμερικανικές πολιτείες να μεταδίδουν δελτία καιρού αλλά και συμβουλές σε αγρότες και ψαράδες. Επίσης ΗΠΑ και Γαλλία συνεργάζονται και ανταλλάσσουν τις ημερήσιες μετεωρολογικές παρατηρήσεις τους. Το γαλλικό δελτίο καιρού μεταδιδόταν από τη κορυφή του Πύργου του Άιφελ σε πλήθος Ευρωπαϊκών υπηρεσιών.

Έως το 1924 πια, καιρικοί χάρτες σχεδιάζονται καθημερινά για τον Βόρειο Πόλο και το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου ημισφαιρίου. Ο Β' παγκόσμιος πόλεμος όμως θα σταθεί ξανά εμπόδιο σε λίγα χρόνια στη ζωή των δυο τους... Το 1939 ο Jacοb με την οικογένειά του ταξιδεύουν στην Αμερική για ένα συνέδριο, όμως η διακοπή μετεωρολογικών προβλέψεων στη Νορβηγία από την εισβολή του Χίτλερ, θα τους αναγκάσει να εγκατασταθούν εκεί μόνιμα. Αυτό φυσικά έκανε τους συμμάχους να τρίβουν τα χέρια τους, καθώς είχαν πλέον μαζί τους τον πρωτεργάτη της μετεωρολογίας.

Τα συμμαχικά στρατεύματα χρειάζονταν περισσότερο από ποτέ τις προβλέψεις του Jacob  για τον καιρό (ειδικά για την αεροπορία), ενώ σύντομα θα του ζητηθεί να ηγηθεί μιας νέας σχολής που στήθηκε επιτόπου με σκοπό την εκπαίδευση κάποιων αξιωματικών στη μετεωρολογία. Η μικρή σχολή που ξεκίνησε στο Λος Άντζελες, πολύ σύντομα θα γινόταν πανεπιστημιακό τμήμα και εκείνος θα γινόταν ο ηγέτης της πρόγνωσης καιρού παγκοσμίως μέχρι και σήμερα.

Το 1942, οι Αμερικανοί πλέον Bjerknes αρχίζουν να αναλύουν επισήμως και να φτιάχνουν τους πρώτους καιρικούς χάρτες για την επιφάνεια της Γης, μια διάσταση που υπάρχει μέχρι και σήμερα.

Τις επόμενες δεκαετίες τα άλματα που θα γίνονται στη μετεωρολογία θα είναι μεγάλα. Ο Jacob γίνεται ο πρώτος που αναγνώρισε το El Niño, ένα τοπικό φαινόμενο του Περού, που είχε στην ουσία και παγκόσμιες επιπτώσεις.

Το 1951 έρχεται ο καιρός που ο μεγάλος Vilhlem φεύγει από τη ζωή με τις έρευνες του να συνεχίζουν μέχρι και τη τελευταία του ημέρα. Αρκετά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1975 χάνει τη ζωή του και ο γιος του, Jacob, ο άνθρωπος που κατάφερε να βάλει τη τάξη στο χάος της ατμόσφαιρας. Σήμερα, μέσα από όλα τα καιρικά μοντέλα αλλά και σε κάθε καιρικό δελτίο που παρακολουθούμε ένα όμορφο βράδυ στη τηλεόραση, βλέπουμε τα στίγματα που οι δύο αυτοί άνθρωποι άφησαν στην επιστήμη της μετεωρολογίας και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο από το να τους θαυμάζουμε για την επιμονή και το έργο τους.

Δημοσίευση σχολίου

2Σχόλια

  1. Δύο άνθρωποι που σίγουρα θα μου μείνουν αξέχαστοι μετά από αυτό το άρθρο..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σίγουρα είναι δύο άνθρωποι που δεν θα ξεχαστούν για το τεράστιο έργο τους!

      Διαγραφή
Δημοσίευση σχολίου